Γι’ αυτό η εμπειρία αξιολογείται ανάλογα με την μετέπειτα ζωή του ανθρώπου. Στα δύο παραδείγματα πού αναφέραμε προηγουμένως από τον Ευεργετινό φαίνεται αυτή η αλήθεια. Ο μοναχός Πέτρος πού πέθανε και είδε την φρίκη της Κολάσεως και επανήλθε στην ζωή, αισθανόταν ότι αυτό έγινε για να μετανοήσει. Ο άγγελος, πού τον εμπόδισε να ριφθή στο πυρ, του είπε: «άπελθε και βλέπε πώς μέλλεις μετά ταύτα προσεχών εαυτώ ζήσαι». Και μάλιστα ο Γρηγόριος Διάλογος λέγει ότι επέτρεψε ο Θεός αυτόν τον θάνατο με την θαυμαστή Πρόνοια Του, «ίνα μη αιωνίως αποθάνη». Γιατί είναι ενδεχόμενο οι άνθρωποι μετά την επιστροφή τους από την οπτασία του άδη να μην οδηγηθούν σε μετάνοια, αλλά σε περισσότερη κατάκριση, και έτσι, επιστρέφοντας στην παρούσα ζωή αφού είδαν τα φοβερά εκείνα πράγματα, «πάλιν ομοίως έμειναν αδιόρθωτοι· και απολογία τις τούτοις ουχ υπολείπεται»17. Και ο άλλος μοναχός, ο οποίος επέστρεψε στην παρούσα ζωή, μετά την θέα της μητρός του στο κριτήριο των καταδίκων, αφού κλείστηκε σε ένα κελλί φρόντιζε την σωτηρία του «μετανοών τε και πενθών εφ’ οις έπραξε εν αμέλεια το πρότερον». Μετανοούσε και για εκείνα τα όποια έπραξε με αμέλεια. Μάλιστα, λέγεται ότι τόσο πολύ μετανοούσε , τόση μεγάλη η κατάνυξη και το δάκρυ,  ώστε μερικοί ,  που τον έβλεπαν να τον παρακαλούν να αποχωρήσει για να μην υποστή κάποια βλάβη «εκ της του κλαυθμού αμετρίας»18.

Δεν μπορεί κανείς υστέρα από τέτοιες εμπειρίες να παραμένει  ασυγκίνητος και ακατάνυκτος. Αν συμβαίνει αυτό και μάλιστα αν ο άνθρωπος υπερηφανεύεται, τότε ή ήταν πέρα για πέρα δαιμονικές ή κι αν ήταν ένα σημείο του Θεού το διαστρέφει και γίνεται σε βάρος του. Μπορεί μια τέτοια εμπειρία να γίνει αίτια καταδίκης και μεγαλύτερος κατακρίσεις. Αλλά και στην περίπτωση του Γέροντος μου, μπορώ να βεβαιώσω ότι ανέφερε αυτό πού είδε μια φορά και δεν το επανέλαβε. Όμως αυτό το γεγονός του δημιούργησε μεγάλη, αξιοθαύμαστη και άμετρη μετάνοια. Δεν μπορούσε κανέναν να κατακρίνει. Αισθανόταν ότι βρισκόταν στο φοβερό κριτήριο του Θεού. Και όταν κάποτε του είπα έναν απερίσκεπτο λόγο, εκείνος θύμωσε γιατί του στέρησα την καθαρότητα του νου του και γιατί του έδινα την δυνατότητα να κρίνει ενώ αυτός εκείνη την ώρα, όπως μου είπε, ήταν κατάδικος, υπό κρίσιν. Επανειλημμένως μου έλεγε ότι, αν ο Θεός τον κάνη καλά και αξιωθεί πάλι να λειτουργεί, δεν θα κηρύττει, αλλά θα ανεβαίνει στον θρόνο και αντί κηρύγματος θα φωνάζει: «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Έφθασε σε βάθος ταπεινώσεως και μετανοίας. Γι’ αυτό και είμαι βέβαιος ότι εκείνη ή εμπειρία σε συνδυασμό με την όλη του ασκητική και απαθή ζωή, τον έκαναν να έχει οσιακά τέλη. Πάντως, αν είναι δύσκολο να καταλάβουμε το είδος και τον χαρακτήρα της οπτασίας, απαιτείται, όπως συνιστούν οι άγιοι Πατέρες μας, να προστρέχουμε σε αυτούς πού έχουν πείρα και γνώση της πνευματικής ζωής. Σε τέτοια θέματα δεν έχουν λόγο οι ψυχίατροι και οι επιστήμονες του κόσμου τούτου. Αυτοί μπορούν να υποψιάζονται και να αντιλαμβάνονται ότι κάτι υπάρχει πέρα από την παρούσα ζωή, αλλά, πάντως, αδυνατούν να κάνουν αληθινή και άπταιστη διάγνωση.

Leave a Reply

Your email address will not be published.